Καλησπέρα σας
Είχα χρόνια να έρθω στη Θεσσαλονίκη, από το 1978 που ήρθα ελεύθερη κι έφυγα κρατούμενη, γιατί εδώ με συνέλαβαν κι άρχισε η περιπέτειά μου στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού όπου κρατήθηκα για περίπου τριάμισι χρόνια.
Αυτά τα χρόνια έζησα αυτό το απάνθρωπο σύστημα, που κύριο στόχο του έχει την στέρηση της ελευθερίας και την ισοπέδωση της προσωπικότητας και της αξιοπρέπειας, εκφράζοντας έτσι την εκδικητική μανία της δικαστικής εξουσίας του κράτους. Δεν είναι μόνο ένα είδος ομηρίας, αλλά η προσπάθεια να κυριαρχήσουν στη ζωή σου, να σ’ εξευτελίσουν, κι όλο αυτό έχει άμεσο αντίκτυπο στα πρόσωπα του περιβάλλοντος χώρου σου, συγγενείς και φίλους. Ακόμη και τα επισκεπτήρια από τους οικείους σου, είναι ελεγχόμενα, ολιγόλεπτα, κάτω από άθλιες συνθήκες και πάντα στην ευχέρεια των αρχών της φυλακής αν και με ποιους θα πραγματοποιηθούν. Επιτρέπονται μόνο επισκεπτήρια στενών συγγενών και κανενός άλλου. Έτσι σταματά κάθε κοινωνική ζωή που είχες έξω, είναι σαν να έχεις σβήσει πλέον. Κατά κανόνα η φυλακή είναι πολύ πιο μακριά από τον τόπο καταγωγής σου κι αυτό κάνει ακόμη πιο δύσκολο τους δικούς σου να σ’ επισκεφτούν, αφού χρειάζεται να ταξιδέψουν για να έρθουν να σε δουν για λίγα λεπτά.
Κι εδώ όπως κι έξω απ’ τις φυλακές όλα εξαγοράζονται, ανάλογα με την οικονομική σου δυνατότητα μπορείς να βρεις ότι τυπικά «απαγορεύεται».
Οι ανθρωποφύλακες, αυτή είναι στη κυριολεξία η ιδιότητά τους παρ’ ότι θυμώνουν όταν τους αποκαλείς έτσι καθώς προτιμούν το «υπάλληλος», έχοντας την εξουσία φροντίζουν να σου κάνουν την κάθε μέρα αν μη τι άλλο επεισοδιακή. Ο ψυχολογικός πόλεμος, οι ξαφνικές κι αναίτιες έφοδοι στα κελιά και οι έρευνες είναι από τα πιο ήπια καθημερινά φαινόμενα, η ιδιωτικότητα παύει να υπάρχει.
Μέσα σ’ αυτό το καθεστώς αναπτύσσονται φιλίες και συντροφικότητες στις κρατούμενες κι η ανθρώπινη δύναμη φτάνει στη κορύφωση της προκειμένου να επιβιώσεις. Οι αντιστάσεις που μπορεί να έχει μια κρατούμενη εμφανίζονται και λειτουργούν ανάλογα με την παιδεία που έχει και την κοινωνική και προσωπική ικανότητα. Κι εδώ μπορείς να συναντήσεις κοινωνικές διαβαθμίσεις. Στη χειρότερη θέση την εποχή που ήμουν εγώ ήταν οι τσιγγάνες. Τότε δεν υπήρχαν πολλές μετανάστριες, τώρα τη θέση αυτή έχουν πάρει αυτές που δε ξέρουν ούτε τη γλώσσα για να συνεννοηθούν, ούτε έχουν επισκεπτήρια αφού είναι πολύ μακριά από τις χώρες καταγωγής τους, με διαφορετικές πολιτιστικές και θρησκευτικές καταβολές. Κι αφού δε γνωρίζουν την γλώσσα πολλές δε ξέρουν γιατί είναι στη φυλακή.
Οι πειθαρχικές τιμωρίες, τα «πειθαρχικά» που λένε και στη φυλακή, πέφτουν για ψύλλου πήδημα και είναι ένας τρόπος ελέγχου. Μ’ αυτά μπορούν να σου στερήσουν επισκεπτήρια, να σε μεταγάγουν σ’ άλλες φυλακές, να σου απαγορεύσουν άδειες, να εμποδίσουν ενδεχόμενη αποφυλάκιση με ευεργετικές διατάξεις, μ’ άλλα λόγια επιχειρούν να διαμορφώσουν τη συμπεριφορά σου.
Ένας άλλος τρόπος ελέγχου, δοκιμασμένη μέθοδος και σχετικά επιτυχής, είναι η χορήγηση ουσιών και ηρεμιστικών και υπνωτικών χαπιών. Ακόμη και σε μη εξαρτημένες από ουσίες κρατούμενες η χορήγηση χαπιών είναι συνηθισμένη. Μπορεί να ξεκινήσει από ένα χάπι που θα ζητήσεις για την αϋπνία και να φτάσεις να μην ελέγχεις πια αυτά που σου δίνουν.
Στις γυναικείες φυλακές που δεν υπάρχει γυναικολόγος, είναι πιο δυσεύρετη η ασπιρίνη από τα τρελλόχαπα.
Αν κάποια κρατούμενη έχει πρόβλημα γυναικολογικό, πρέπει να περιμένει να έρθει η μέρα που έρχεται ο γιατρός για κάποιες ώρες, να μπει στη λίστα και μετά να καθίσει στην ουρά για την εξέταση. Στη καλλίτερη περίπτωση να της γράψουν να εξεταστεί από εξωτερικό νοσοκομειακό γυναικολόγο. Και πάλι πρέπει να περιμένει πότε θα έρθει η σειρά της, πότε θα υπάρχει κλούβα να την πάει κι όταν φτάσει η εξέταση γίνεται κάποιες φορές παρουσία των μπάτσων που τη συνοδεύουν.
Πολλές γυναίκες την εποχή που φυλακίζονται, έχουν προβλήματα γυναικολογικά, κάποιες με αφροδίσια, κάποιες με ηπατίτιδες ή άλλα νοσήματα. Απλά τσουβαλιάζονται μες στους θαλάμους μαζί με όλες τις άλλες, χωρίς ιδιαίτερη προσοχή όταν πρόκειται για μεταδοτικά νοσήματα, χωρίς ιατρική μέριμνα. Πριν από καιρό είχε γίνει γνωστή η υπόθεση μιας κρατούμενης με ΕΙΤΖ η οποία αντί να έχει μια φροντίδα ανάλογη με τη σοβαρότητα της ασθένειας της, ήταν πεταμένη στην απομόνωση χωρίς καμιά φροντίδα.
Κάποιες φορές φυλακίζονται γυναίκες έγκυες κι έτσι περνούν όλο τον καιρό της εγκυμοσύνης μέσα στις φυλακές, χωρίς ιατρική παρακολούθηση, χωρίς τις απαιτούμενες εξετάσεις. Για μια γυναίκα η περίοδος της εγκυμοσύνης είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες στη ζωή της, η κρατούμενη όμως δεν έχει τη πολυτέλεια να τη ζήσει το ίδιο. Γεννάνε σαν κρατούμενες, μπορούν να έχουν τα μωρά τους για κάποιο διάστημα μαζί τους, όμως τι θα μπορούσαν να τους προσφέρουν σ’ ένα τέτοιο απάνθρωπο περιβάλλον;
Οι γυναίκες ζώντας σ’ ένα ανδροκρατούμενο κόσμο με φαλλοκρατικές αντιλήψεις περιθωριοποιούνται ακόμη περισσότερο με την καταδίκη τους σε φυλάκιση.
Την εποχή που ήμουν εγώ στη φυλακή συνάντησα βαρυποινίτισσες κατηγορούμενες για τον φόνο των βίαιων κι επικίνδυνων, τόσο γι αυτές όσο και για τα παιδιά τους, συζύγων τους. Όλες ήταν από χωριά κι όλες λέγανε πως αν κάποτε βγαίνανε από τη φυλακή δε τολμούσανε να ξαναγυρίσουν στα χωριά τους, ήταν εξορισμένες από το τόπο τους. Σε κάποιες περιπτώσεις στενοί συγγενείς τις είχαν διαγράψει, άλλες είχαν παιδιά που δε τα ξαναείδαν. Τα παιδιά πάλι μέσα στην οικογένεια που μεγάλωναν και στην κοινωνική ομάδα που ζούσαν μάθαιναν να μισούν την μητέρα. Οι βαρυποινίτισσες ήταν αυτές που μέσα στη φυλακή δούλευαν περισσότερο φτιάχνοντας εργόχειρα κι τις εκμεταλλευόντουσαν περισσότερο διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις που είναι κι οι μόνες που μπαίνουν στις φυλακές κι εμπορεύονται τα εργόχειρά τους. Έχοντας χρόνια να βγάλουν στη φυλακή, χωρίς επισκεπτήρια, έπρεπε να βρουν τρόπους να επιβιώσουν.
Στις γυναικείες φυλακές ούτε κατά τη διάρκεια της δικής μου φυλάκισης, ούτε και τώρα, απ’ ό,τι μαθαίνω, δεν υπάρχει η στοιχειώδης υποδομή ιατροφαρμακευτικής μέριμνας. Αν είσαι άρρωστη, η φυλακή είναι η αποθήκη για τους μελλοθάνατους, όπως χαρακτηριστικά λένε οι κρατούμενες. Το νοσοκομείο των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού στο οποίο έζησα κι εγώ κατά καιρούς, κατά τη διάρκεια και μετά από απεργίες πείνας που έκανα, είναι επιεικώς τραγικό. Εξαντλημένη από την πολυήμερη απεργία πείνας ήμουν μόνη σ’ ένα μεγάλο θάλαμο κλειδωμένη και για να πάω στη τουαλέτα έπρεπε να φωνάξω τη φυλάκισα να μου ανοίξει, η οποία συχνά δεν υπήρχε. Ότι και να μου συνέβαινε έπρεπε να το αντιμετωπίσω μόνη και κανένας δεν υπήρχε να δώσει σημασία. Χρέη νοσοκόμων κάνουν κρατούμενοι χωρίς καμιά εκπαίδευση, απλά έχουν τοποθετηθεί εκεί με επιλογή από την υπηρεσία.
Οι θάνατοι στις φυλακές είναι πάρα πολλοί, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία το 2007 σημειώθηκαν 250 και σχεδόν όλοι συνοδεύονταν από πιστοποιητικά θανάτου με αιτία το «πνευμονικό οίδημα». Σ’ αυτούς τους θανάτους δεν υπολογίζονται και οι θάνατοι από ασθένειες που προϋπήρχαν της φυλάκισης ή σ’ ασθένειες που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκειά της. Αυτός ο αριθμός δείχνει κυρίως τους θανάτους από ναρκωτικά, στερητικά σύνδρομα ή «κάτω από αδιευκρίνιστες, μυστήριες συνθήκες». Θυμάμαι ακόμη κάποιες ανατριχιαστικές βραδιές που άκουγα ασυνήθιστη κινητικότητα στο νοσοκομείο κρατουμένων κι έβγαινα στο παράθυρο κι έβλεπα να φέρνουν κάποιον κρατούμενο που είχε αυτοκτονήσει.
Την παραμονή πρωτοχρονιάς του 2003 στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, βρέθηκαν 3 κρατούμενες νεκρές, η Μαρία Μιχαήλ, η Αλέκα Βούλγαρη και η Δήμητρα Χατζηδημητρίου, ενώ άλλες δύο η Στεφανία Ρουμπέτη και η Σοφία Μπακέα βρέθηκαν σε κωματώδη κατάσταση, όλες από χρήση ουσιών. Πρόσφατα τον Φεβρουάριο του 2008 βρίσκεται νεκρή η 38 ετών Άννα Πετρίδη, ήταν 4 ημέρες στην παγωμένη απομόνωση χωρίς καν κρεβάτι, βαριά άρρωστη από την χρόνια χρήση ουσιών, χωρίς περίθαλψη πεταμένη σαν κουρέλι, και σύμφωνα με τους γιατρούς παθαίνει αναρρόφηση.
Με πρωτοβουλία της Κατερίνας Γκουλιώνη εκατοντάδες κρατούμενοι και κρατούμενες υπέγραψαν υπόμνημα προς το υπουργείο δικαιοσύνης, διαμαρτυρόμενοι για τις συνθήκες θανάτου της Άννας Πετρίδη.
Για τις τοξικοεξαρτημένες κρατούμενες υπάρχουν δυο τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος τους στις φυλακές. Τα χάπια κι αν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα η αγορά απαγορευμένων ουσιών που γίνεται με την διαπλοκή της υπηρεσίας της φυλακής. Τόσο μεγάλες ποσότητες που είναι ικανές να στείλουν την ίδια μέρα 3 στο τάφο και 2 σε κώμα στην ίδια φυλακή, μόνο από φύλακες μπορούν να μπουν. Ένα τόσο καλά δοκιμασμένο εμπόριο δε σταματάει στις πύλες των φυλακών, συνεχίζεται εφόσον φροντίζουν να υπάρχει η πελατεία. Γι’αυτό και οι εξαρτημένοι χρήστες δεν αντιμετωπίζονται σαν ασθενείς αλλά σαν εγκληματίες.
Η Κατερίνα Γκουλιώνη ήταν μια από τις πιο δυναμικές και δραστήριες προσωπικότητες των γυναικείων φυλακών. Μίλησε, φώναξε, αντιστάθηκε, κατήγγειλε, αντιπροσώπευε όλες τις κρατούμενες που ζούσανε και ζούνε αυτό το καθεστώς τρόμου και βίας καθημερινά.
Τελευταία είχε αρχίσει να καταγγέλλει κι ονομαστικά τους βασανιστές ανθρωποφύλακες. Έκανε γνωστό τον βιασμό του κολπικού και πρωκτικού ελέγχου, μιας βίας που μοναδικό σκοπό έχει την ισοπέδωση της γυναικείας αξιοπρέπειας, την ταπείνωση και την επιβολή κυριαρχίας από τους ανθρωποφύλακες στη γυναίκα κρατούμενη.
Τιμωρήθηκε με συνεχείς εκδικητικές μεταγωγές, από «τους μισητούς της κανίβαλους», όπως χαρακτηριστικά έλεγε σ’ ένα από τα γράμματα της. Επίσης ξυλοκοπήθηκε κάποιες φορές για την αντίδραση της σ’ όλα αυτά τα αίσχη που συμβαίνουν στις φυλακές.
Σε μια τέτοια μεταγωγή 18 Μαρτίου 2009 βρέθηκε νεκρή στο πλοίο που την μετέφεραν στις φυλακές της Κρήτης από τις φυλακές της Θήβας και με απόφαση της διευθύντριας της Θήβας Χαράς Κουτσομιχάλη. Οι λεπτομέρειες του θανάτου της είναι δύσκολο να γίνουν σ’ εμάς γνωστές. Αυτό που ξέρουμε όμως καλά είναι ποιοι είναι οι δήμιοι της. Πρώτη απ’ αυτούς η διευθύντρια Χαρά Κουτσομιχάλη, το συμβούλιο των φυλακών που συναίνεσε στη μεταγωγή και το υπουργείο δικαιοσύνης που συντηρεί κι οργανώνει όλο αυτό το σύστημα.
Εδώ θα ήθελα να σας διαβάσω την περιγραφή της Κ. Γκουλιώνη για το μαρτύριο του κολπικού και πρωκτικού ελέγχου. Έστω κι αν το έχετε διαβάσει έχει σημασία να το ακούσετε άλλη μια φορά, γιατί είναι τόσο ζωντανή, που κάθε φορά που τη διαβάζουμε ή την ακούμε περνάει από μπροστά μας η φρίκη.
«Η δεσμοφύλακας με υποχρεώνει να βγάλω όλα μου τα ρούχα, με βάζει να σκύψω, ν’ ανοίξω τους γλουτούς, να βήξω και παρατηρεί τον πρωκτό μου.
Πολλές φορές βρίσκει την ευκαιρία να παρατηρήσει το γυμνό μου σώμα και με κοιτάει καλά καλά μου φέρεται προσβλητικά, ειρωνικά, θρασύτατα σα να’ μια το τελευταίο σκουπίδι.
Μετά μου δίνουν άλλα ρούχα, από την αποθήκη τους, παράταιρα κι εξευτελιστικά, μου παίρνουν το σουτιέν γιατί λέει «απαγορεύεται» να το φοράω στην απομόνωση, δήθεν μπορεί ν’ αυτοκτονήσω μ’ αυτό, μου δίνουν παπούτσια μεγαλύτερο μέγεθος απ’ το δικό μου, περπατάω σαν παλιάτσος και με οδηγούν στο φαρμακείο.
Εκεί με βάζουν να καθίσω σε γυναικολογική καρέκλα και η δεσμοφύλακας βάζει το δάχτυλό της στο αιδοίο μου μέσα στον κόλπο. Στη συνέχεια υποχρεούμαι να ουρήσω μπροστά στη δεσμοφύλακα για να κάνουν το ναρκοτέστ. Η αποστείρωση στα εργαλεία τους είναι κάτι που ενίοτε θυμούνται. Σε άλλες βάζουν διαστολείς μηχανήματα σκουριασμένα πολλές φορές βάζουν το δάχτυλο τους και συγχρόνως πιέζουν προς τον όρθο ή και από επάνω στη βουβωνική χώρα σε σημείο που η κρατούμενη να πονάει.
Τα ειρωνικά σχόλια και τα σόκιν «αστειάκια» των δεσμοφυλάκων δεν λείπουν από το ρεπερτόριο τους.»
Είναι η περιγραφή της Κ. Γκουλιώνη, κάθε φορά που το διαβάζω θυμώνω.
Και συνεχίζει . «Στην απομόνωση μ’ έκλεισαν σ’ ένα κελί όπου έπρεπε να χτυπάω το κουδούνι για να ’ρθει η δεσμοφύλακας να μου ανοίξει, να πάω στη τουαλέτα που παρακολουθείται από κάμερα. Την ώρα της αφόδευσης σε παρακολουθεί η δεσμοφύλακας από την κάμερα κι όταν δει τα περιττώματα σου τότε της ζητάς την άδεια να τραβήξεις το καζανάκι. Για να βγω απ’ την απομόνωση χρειάζεται να κάνω 8 αφοδεύσεις αλλά κι αυτό εξαρτάται απ’ τις διαθέσεις τους».
Σ’ αυτό το αίσχος αντιστάθηκε η Κ. Γκουλιώνη.
Και δεν ήταν μόνο αυτό, σε μια σειρά από παράλογα κι εξευτελιστικά άλλα που συμβαίνουν στις φυλακές, εναντιώθηκε υποβάλλοντας υπομνήματα και γράμματα έξω από τους τοίχους των φυλακών, κάνοντας τα γνωστά.
Είχε καταγγείλει την φυλάκισα Γκαβάνα Στέλλα, την υπαρχιφύλακα Σωτηρία Σαμπάνη, την Χαρίκλεια Δανιηλίδου, τον αρχιφύλακα Γαλάνη Ιωάννη και την υποδιευθύντρια Καφρίτσα Αγλαΐα γιατί όταν αρνήθηκε τον έλεγχο-βιασμό, η υποδιευθύντρια την απείλησε πως ότι ναρκωτικά βρούνε στη φυλακή θα τα χρεώσει στην ίδια. Όσο για τις παραπάνω φυλάκισες δεν της ανοίγανε να πάει στη τουαλέτα κι όταν διαμαρτυρήθηκε της κάνανε πειθαρχική αναφορά κι ο εισαγγελέας Γεώργιος Πρασσάς την τιμώρησε σε ποινή εγκλεισμού στην απομόνωση για 5 ημέρες, χωρίς καφέ, τσιγάρα και τηλέφωνο.
Ειπώθηκε τελευταία πως αυτός ο έλεγχος-βιασμός θ’ αλλάξει, πλέον θα γίνεται με υπερηχογράφημα και γιατρό. Εγώ πιστεύω όμως σε καμιά περίπτωση δε πρέπει να συμφωνήσουμε σ’ αυτήν την πιο επιστημονική πραγμάτωση του βιασμού. Είναι και πάλι μια χυδαία αισχρή επέμβαση στο ανθρώπινο γυναικείο σώμα.
Εδώ θα ήθελα να πω πως μια παρόμοια παρέμβαση γίνεται και στους άντρες κρατούμενους με πρωκτικό έλεγχο, όμως τους είναι πιο δύσκολο να το ομολογήσουν αφού στη κυρίαρχη σεξιστική αντίληψη είναι οι αρσενικοί επιβήτορες.
Κάποιες πληροφορίες λένε πως μετά την τροπή που πήραν τα πράγματα αυτός ο έλεγχος έχει σταματήσει τουλάχιστον στις γυναίκες, αλλά τίποτα δεν εγγυάται πως δε θα συνεχίσει να υπάρχει όταν τα φώτα χαμηλώσουν, ακόμη και αν εφαρμόζεται κατά περίπτωση.
Αν σκεφτούμε πως την εποχή που ήμουν εγώ στη φυλακή, μέχρι το 1981, αυτή η μέθοδος βασανιστηρίου δεν υπήρχε, μπορούμε να δούμε πως οι φυλακές σαν τόποι βασανισμού, γίνονται ακόμη χειρότερες, όλο και πιο ευφάνταστα βασανιστήρια επινοούνται.
Σε μια διαδήλωση που πήγα πρόσφατα στις φυλακές της Θήβας, μπόρεσα να έχω μια πρώτη επαφή για το που βρίσκονται αυτές οι φυλακές.
Είναι στη κυριολεξία στη μέση του πουθενά. Γύρω-γύρω απέραντες εκτάσεις με χωράφια, όσο και να ψάξει το μάτι στον ορίζοντα δε βλέπει κατοικημένη περιοχή. Μου θύμισε ναζιστικά στρατόπεδα, αυτός ο χωροταξικός σχεδιασμός δεν είναι τυχαίος.
Αυτή η απομόνωση δημιουργεί την αίσθηση της πλήρους εγκατάλειψης απ’ τους πάντες, ότι είσαι έρμαιο στα χέρια των δημίων σου. Δυσκολεύονται επίσης τα επισκεπτήρια, αφού κανένα λεωφορείο δε περνά από κει.
Συχνά ακούμε για υπερπληθυσμό των φυλακών κι αυτό είναι το άλλοθι για αναγγελία κατασκευής καινούριων φυλακών και βεβαίως προσλήψεις παρασιτικών ανθρωποφυλάκων.
Εγώ δε μιλάω για υπερπληθυσμό, μιλάω για συνωστισμό στις φυλακές κι αδικαιολόγητες φυλακίσεις, χωρίς ούτε τα προσχήματα των ποινικών αδικημάτων.
Φυλακίζουν ανθρώπους που το μόνο τους έγκλημα είναι η «παράνομη είσοδος στη χώρα» και δεν έχουν να πληρώσουν τα πρόστιμα γι’ αυτό, ασθενείς τοξικομανείς που δικάζονται σαν έμποροι και τόσες άλλες περιπτώσεις, που δικάζονται με τις βαρύτερες ποινές γιατί δεν έχουν την οικονομική ευχέρεια να υπερασπίσουν τον εαυτό τους με δικηγόρους.
Αυτό το απάνθρωπο και δολοφονικό σύστημα της φυλακής, δε θα πάψει να υπάρχει αν δε καταργηθούν οι φυλακές. Η κατάργηση τους θα επέλθει βέβαια από την ριζική αλλαγή δόμησης αυτής της κοινωνίας. Αλλά όσο υπάρχει καθήκον μας είναι να καταγγέλλουμε τα εγκλήματα του.
Όποιος έχει κάνει φυλακή δεν το ξεχνά ποτέ, είναι κάτι που του αλλάζει τη ζωή. Χάνοντας χρόνια δημιουργικά απ’ τη ζωή του, όταν βγαίνει από τη φυλακή είναι τόσο συγχυσμένος και χαμένος, με τις αθεράπευτες πληγές του, και ειδικά για τις γυναίκες είναι ένα στίγμα, πολλές δε μπορούν πια να δημιουργήσουν οικογένεια, μοιάζει να έχουν χάσει τα πάντα. Αν οικονομικά δεν έχουν πόρους από την οικογένειά τους, ειλικρινά είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσουν χωρίς να περιθωριοποιηθούν και εντέλει να καταλήξουν ξανά στη φυλακή.
Θυμάμαι μια κοπέλα που είχε μείνει αρκετά στη φυλακή και κάποια στιγμή αποφυλακίστηκε. Κάποιο βράδυ ήρθε ξανά και χτύπαγε τη πόρτα να ξαναμπεί. Φανταστείτε πως μπορεί να της είχε συμπεριφερθεί η «εκτός των τειχών» κοινωνία.
Αυτό επίσης σημαίνει ιδρυματοποίηση, όταν το άτομο έχει γνωρίσει ένα συγκεκριμένο χώρο δυσκολεύεται να βγει απ’ αυτόν, οι κώδικες συμπεριφοράς είναι διαφορετικοί.
Αυτό κάνει η φυλακή, σε καταστρέφει.
Απ’ την αποφυλάκισή μου κι έπειτα συνέχισα να ασχολούμαι με το κίνημα ενάντια στις φυλακές. Το 1994 ήμουν σε μια ομάδα που σαν στόχους είχε να φέρει στο φως καταγγελίες κρατουμένων, να δημοσιοποιεί τα ονόματα των δεσμοφυλάκων, διευθυντών, εισαγγελέων κι όποιων ευθύνονται για τα καταγγελλόμενα περιστατικά. Επίσης να προσφέρει νομική βοήθεια σε κρατούμενους που διώκονταν πειθαρχικά, όσο το δυνατόν ιατρική βοήθεια σε χτυπημένους βασανισμένους κρατούμενους, την προώθηση των καταγγελιών κι αιτημάτων και να πετύχει την είσοδο στις φυλακές κι άλλων εκτός των συγγενών.
Οι δικηγόροι που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα μας ήταν ελάχιστοι, δυστυχώς μόνο τρεις είχαν την τόλμη και διάθεση. Παρ’ όλα αυτά η ομάδα κατάφερε την αποφυλάκιση κρατούμενου με πολλά πειθαρχικά. Από την τελεσίδικη ποινή που ήταν 9 χρόνια, είχε φτάσει να μαζέψει συνολικά 15 χρόνια από τα πειθαρχικά.
Δυστυχώς οι δυνάμεις μας ήταν ελάχιστες σε σχέση με τη δουλειά που έπρεπε να κάνουμε κι έτσι η ομάδα διαλύθηκε.
Αυτό που πιστεύω και συνέχεια τονίζω είναι ότι, όταν μιλάμε για φυλακές, δεν πρέπει να μιλάμε γενικά κι αόριστα, αλλά να μιλάμε για συγκεκριμένα περιστατικά και για τα συγκεκριμένα πρόσωπα με τα ονόματα τους τα οποία ενέχονται σ’ αυτά, αλλιώς δεν έχει νόημα να μιλάμε.
Σε μια από τις πρώτες εξεγέρσεις στις γυναικείες φυλακές, απ’ τη μεταπολίτευση κι έπειτα, πέρα απ’ τις καταγγελίες για την καταστολή της, υπέβαλλα και μήνυση στην τότε διευθύντρια των φυλακών Π. Σαβόγλου και σε δεσμοφυλάκισες. Η ανεπαρκής υποστήριξη της μήνυσης από τους έξω απ’ τις φυλακές οδήγησε να μην εκδικαστεί ποτέ.
Μέχρι την κατάργηση των φυλακών θα πρέπει να είμαστε όχι δίπλα σ’ αυτούς που κακοποιούνται, βασανίζονται και δολοφονούνται, αλλά μαζί τους.
25-4-2009
Σοφία Κυρίτση
(εισήγηση στην εκδήλωση του terminal119 για τις γυναικείες φυλακές στη Θεσσαλονίκη, στο Μικρόπολις)
Παράθεμα: Φάκελος γυναικείες φυλακές « liberation14
Παράθεμα: Φάκελος γυναικείες φυλακές - κυριακάτικο σχολείο μεταναστών