[Με αφορμή την δολοφονία του 27χρονου μετανάστη από το Πακιστάν Σαχζάτ Λουκμάν στην Αθήνα, πριν από μια εβδομάδα, δημοσιεύουμε ένα μικρό κείμενο απάντησης της αντιφασιστικής ομάδας μεταναστών Cafe Morgenland σε παρατηρήσεις που κατέθεσε ένας φίλος της ομάδας σε μια ανάλογη περίπτωση στην γερμανία).
«Το να δούμε τα πράγματα από τη σκοπιά αυτών που πλήγησαν από τον ρατσισμό σημαίνει μια ρήξη με την μέχρι πρότινος πρακτική»
Σωστή διατύπωση θα ήταν, κατά τη γνώμη μας, ότι το να δούμε τα πράγματα από τη σκοπιά αυτών που χτυπήθηκαν σε ρατσιστικές επιθέσεις, μπορεί μονάχα να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια ρήξη με την μέχρι πρότινος πρακτική. Μόνη της η αλλαγή αυτής της σκοπιάς δεν οδηγεί αυτόματα στο παραπάνω αποτέλεσμα, μπορεί ίσα-ίσα να οδηγήσει σε διάφορες καταστάσεις:
α) σε χαρά και αγαλλίαση για το αποτέλεσμα, αν ο παρατηρητής ανήκει στους δράστες ή στους θαυμαστές τους (όσο περισσότερα τα πτώματα, τόσο μεγαλύτερη η αγαλλίαση).
β) στην δημιουργία ενός καλού σαμαρίτη που βοηθά το θύμα να επουλώσει τα τραύματά του.
γ) σε αλλαγή συμπεριφοράς με σκοπό να προσαρμοστεί κανείς/καμιά στη νέα κατάσταση ώστε να αποφύγει το ίδιο άτομο μια επίθεση, πράγμα που εμφανίζεται ιδιαίτερα στα μελλοντικά θύματα.
δ) στην γνωστή μοχλοποίηση του γεγονότος για ιδιοτελείς σκοπούς (ανώτεροι επαναστατικοί στόχοι κλπ) μια πάγια πρακτική της γερμανικής αριστεράς.
Η αποκοπή από την μέχρι πρότινος πρακτική μόνον τότε θα μπορούσε να συμβεί, αν το άτομο αξιωματικά αποφασίσει, χωρίς να θέσει την απόφαση του ως συνάρτηση του σημείου «θύμα», να τοποθετηθεί εχθρικά απέναντι στην εξοντωτική κολεκτίβα, σε όλα τα επίπεδα και σε όλες τις σφαίρες δράσης της ή, τουλάχιστον, απόλυτα και «χωρίς μεν και αλλά» να διαχωρίσει την θέση του από αυτήν. Η συνήθης, όπως φαίνεται, ροπή να αρνούνται πολλοί/πολλές να πάρουν υπόψη τους την απλή μαθηματική κατάσταση του ότι η εξόντωση προϋποθέτει πάντα την ύπαρξη ενός θύματος, εμπεριέχει τον κίνδυνο να αποκαλύπτονται διάφοροι άνθρωποι ως τίμιοι σαμαρίτες, σαν συνεπείς δηλαδή συνεργάτες στο έγκλημα. Κάθε συζήτηση γύρω από το σημείο «θύμα» είναι στην καλύτερη περίπτωση μια νεκρολογία. Σε κάθε περίπτωση, ανεξάρτητα από το σε ποια υποκατηγορία και να ταξινομηθεί, πρόκειται για μια επαγγελματική πρακτική σε ένα εμπόριο όπου το ισχύον νόμισμα συναλλαγών για τους τρέχοντες λογαριασμούς είναι ο φόνος, δηλαδή ένα εμπόριο που εξαρτάται απόλυτα από την πρώτη ύλη – «θύμα».
Το αξίωμα της ομάδας του Cafe Morgenland απαιτεί και προβάλλει «απόλυτη εχθρικότητα ενάντια στην κοινωνία των δραστών», απόλυτη γιατί αυτή η απαίτηση υπάρχει μόνο αξιωματικά, χωρίς την ελάχιστη εξάρτηση/επίδραση σε σχέση με το κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον των δραστών και σε ότι αφορά την πρακτική της εξόντωσης χωρίς τον οποιοδήποτε προσανατολισμό σε αίτια και κίνητρα κλπ των δραστών. Πλην αυτού, η Cafe Morgenland αρνείται κατηγορηματικά κάθε προσπάθεια διαφοροποίησης και κλιμάκωσης ή σχετικοποίησης των δραστών. Τα σβήνει όλα αυτά προγραμματικά. Αρνείται να ξεχωρίσει ανάμεσα σε αυτούς που προσπαθούν ή και καταφέρνουν να μετατρέψουν μια κατοικία ή ένα κατάλυμα προσφύγων σε κρεματόριο, από αυτούς που στο αντίκρυσμα της – σε κρεματόριο μετατρεπόμενης – κατοικίας, ζητωκραυγάζουν ή, ακόμα-ακόμα, αυτούς που επεξεργάζονται την κατοικία αυτή σε πλαίσια ακαδημαϊκών συζητήσεων και αναλύσεων. Όλοι αυτοί είναι εξίσου και ισότιμα δράστες και επικαρπωτές του εμπορίου της εξόντωσης. Όλα είναι πολιτική κι αυτή η πολιτική συναναστρέφεται με τα παραπάνω. Διότι πολιτική δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από την ρύθμιση αυτού του εμπορίου της εξόντωσης, με πολιτισμένα – στην ιδανική περίπτωση – μέσα.
Κάθε άτομο που δεν επιθυμεί να ανήκει στους δράστες έχει την επιλογή να τοποθετηθεί ενάντια τους ή όχι. Το πρώτο είναι για εμάς η στιγμή της ευτυχίας μας και του νοήματος που δίνουμε στην ύπαρξη μας. Κάθε ζημιά, βιολογικής, ψυχικής, κοινωνικής, υλικής φύσης κλπ που επιφέρεται στους δράστες είναι για μας μια στιγμή απελεύθερωσης. Ένα, ας πούμε, επιμέρους παράγωγο (Spin off) αυτής της πρακτικής είναι ότι αυτές ακριβώς οι στιγμές είναι που ανοίγουν μια προοπτική για να ξεκινήσει αποτελεσματικά το σταμάτημα των επιθέσεων ενάντια στους στιγματισμένους.
Η γενική έννοια «απελευθέρωση», που γράφεις, δεν μας λέει τίποτα (ποιος θα απελευθερωθεί, από ποιον, πότε, πως και για ποιο λόγο;). Αν παρόλα αυτά ακούσουμε την λέξη αυτή με μια αποδεκτή για μας έννοια, τότε είναι απαραίτητο να την επεκτείνουμε με την κατηγορηματική μας αντίληψη στο «εδώ και τώρα».
«Σε αυτό το συνονθύλευμα είναι που απευθύνεται μια αριστερή θέση, στην πλειοψηφία, με αποτέλεσμα να γίνεται αυτή η θέση ανούσια και δίχως προοπτική»
Κατ’ αρχήν, αν είχαν οι αριστερές θέσεις επιτυχία, τα πράγματα θα ήταν χειρότερα. Εδώ προσάπτεις στην σημερινή αριστερά ανώτερα κίνητρα, πράγμα που δεν ισχύει σε καμία περίπτωση. Και μόνον τα τελευταία 20 χρόνια να δούμε (για τα προηγούμενα ούτε λέξη), έχουμε να κάνουμε με μια λαϊκίστικη, αντιδραστική μάζα που μοχλοποιεί κάθε έγκλημα της που μετατρέπει και γράφει στους τοίχους της τουαλέτας της κάθε έκτρωμα ιδεολογικής προκατάληψης για να το διαβάζουν οι επισκέπτες του ήσυχου αυτού χώρου ανθρώπινων αναγκών.
Όπου δρα πρωτοποριακά, μόνον σκατά βγάζει: αντισιωνισμός, αντιισλαμισμός, χρηματιστικοί καρχαρίες (τράπεζες1) κλπ είναι καθάρια και ατόφια αριστερά προϊόντα. Η σχετικοποίηση του Ολοκαυτώματος (π.χ. τόσο η μεταφορά του στις αραβικές χώρες όσο και ο αντικαθρεφτισμός του, δηλαδή η εξίσωση «λωρίδα της γάζας = γκέτο της βαρσοβίας», καθώς και η συμπεριφορά της με τα πογκρόμ της δεκαετίας του ’90 αλλά και με τους φόνους που διέπραξαν οι νεοναζί της NSU, όλα αυτά είναι εκφράσεις αριστερών συμπτωμάτων.
Την απάντηση ότι δεν φέρεται όλη η αριστερά έτσι, την απορρίπτουμε πλήρως διότοι ακόμα κι αυτοί που δεν φέρονται έτσι, αποδέχονται και σέβονται τους άλλους, για να μην χαλάσουν την οικογενειακή τους γαλήνη. Στην καλύτερη περίπτωση, κάποιοι από αυτούς «κάνουν αντιπαράθεση», αλλά ποτέ δεν κόβουν τον ομφάλιο λώρο.
Είναι μήπως απαραίτητο να αναφερθούμε σε τέτοιες περιπτώσεις που συνεχίζουν μέχρι σήμερα; Ξέρει κανείς έστω κι ένα άτομο ή μια ομάδα που τα έβαλε με τους κατά διαστήματα εμφανιζόμενους ρατσιστικούς λίβελους στα περιοδικά Konkret, Bahamas, στην Jungle World, στο Phase-2, στο IZ3W, το Cafe Critique, στο Ca Ira Verlag (π.χ. το μέντιουμ-καφετζού και … «κριτικό της ιδεολογίας» G. Scheit), τον M. Künzel και άλλους;
Το αντίθετο. Πολλοί από αυτούς τους ρατσιστές και κάποιοι από τους επίπονους φιλοσημίτες, έχουν άνετη πρόσβαση στα αριστερά περιοδικά, ραδιόφωνα, εκδηλώσεις κλπ. Ούτε σκέψη να τους ασκήσουν κριτική, για να μην πούμε, να τους επιτεθούν. Διότι είναι γνωστό ότι «οι γερμανοί δεν δολοφονούν τους αρχηγούς τους», όπως απάντησε ο αντιφασίστας Φον Τροτ στην απορία του κινέζου επαναστάτη Λιν Τσιου-Σεν το 1942 στο Basel της ελβετιας «Αν δεν μπορείτε να σκοτώσετε τον χίτλερ, σκοτώστε τουλάχιστον τον Göring. Αν δεν μπορείτε να σκοτώσετε τον Göring, σκοτώστε τουλάχιστον τον Rippentrop. Αν δεν μπορείτε να σκοτώσετε τον Rippentrop, σκοτώστε τουλάχιστον έναν οποιονδήποτε στρατηγό στο δρόμο».
Αλλά και απέναντι στα εγκλήματα της καθημερινότητας, κάθε κριτική σωπαίνει, όπως και κάθε ιδέα περί αλληλεγγύης.
Π.χ. με τον Σέρκαν, όταν σχεδόν το σύνολο της αριστεράς ταξινόμησε το έγκλημα κάτω από τον τίτλο «ρατσιστική επίθεση σε έναν συνταξιούχο».
Π.χ. στο Babenhausen, όταν η ομάδα «Αποσυναρμολόγηση» του Αμβούργου, μας κατηγορούσε ότι οργανώνουμε σαφάρια τιμωρίας, λόγω της διαδήλωσης μας ενάντια στους κατοίκους που έδιωξαν τον τελευταίο εν ζωή εκεί εβραίο από το σκατοχώρι του, βάζοντας φωτιά στο σπίτι και στο μαγαζί του.
Π.χ. στην κριτική μας προς το περιοδικό Konkret με τίτλο «Περιοδικό Konkret, made in Germany» κτλ κτλ. Και να πούμε ότι αναφερόμαστε σε ελάχιστα από τα πολυάριθμα γεγονότα, με μόνο κριτήριο επιλογής την ύπαρξη γραπτών ντοκουμέντων.
Όλα αυτά απλώς παρελθόν; Ούτε κατά διάνοια! Στην ιστοσελίδα της Jungle World, π.χ., εμφανίστηκε τελευταία ένα άρθρο του δημοσιογράφου της, του ThomasvonderOsten–Sacken, με τον τίτλο «Όταν ο ισλαμιστής χλωμιάζει από ζήλια«, στο οποίο ασχολείται με τις φασιστοειδείς διαδηλώσεις του όχλου των «γάλλων γάλλων» (ορολογία του περιοδικού Bahamas για να διαχωρίσει τους λευκούς απο τους μη λευκούς γάλλους) στη γαλλία ενάντια στο νόμο για την καθιέρωση του γάμου μεταξύ ομοφυλοφίλων, δηλαδή του όχλου, των οπαδών τουLePen και αλλων σκοταδιστων. Το γεγονός ότι στην φιλελεύθερη, κοσμοπολίτικη και πολιτισμένη γαλλία, μια ομοφοβική μάζα του όχλου (εκατοντάδες χιλιάδες), η οποία ούτε καν απείχε και από σωματικες επιθεσεις εναντια στα θύματα, βγάζει αφρούς από το στόμα της και τους ξερνάει στους δρόμους, δεν επιφέρει φυσικά για τον συγγραφέα καμία οργή. Μόνον όταν αυτό το γεγονός το φέρει σε σχέση με το μίσος του προς τους μουσουλμάνους, γίνεται αξιόλογο θέμα. Παρεπιμπτόντως, τον αναφέρουμε μόνο σαν ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τον εν λόγω συγγραφέα.
«Η CM (Cafe Morgenland) παρατήρησε σωστά ότι στο άρθρο της η εφημερίδα FAZ (σε ρεπορτάζ της από την διαδήλωση για τα 20 χρόνια από το κάψιμο της τουρκικής οικογένιας στο Möln), δημοσίευσε τον ακριβή αριθμό των τούρκων κατοίκων εκεί («483 τούρκοι κατοικούν στην πόλη» )»
Σημείωση: Χωρίς να πάρουμε σε καμία περίπτωση την FAZ υπό την προστασία μας, πρέπει να συμπληρώσουμε, ότι η καταμέτρηση κι ο έλεγχος των «σκατοξένων» είναι μια μόνιμη και ανεξέλεγκτη μανία των γερμανών. Π.χ. «σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, τους οποίους το ποσοστό των παιδιών από ισλαμικές οικογένειες υπερβαίνει συχνά το 80%...» (Magnus Klaue, σε άρθρό του στην Jungle World όπου καταφέρεται ενάντια στην εκμάθηση του κορανιού στο μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία). Μια τέτοια τελεσίδικη πιστοποίηση προϋποθέτει την μελέτη στατιστικών στοιχείων από την υπηρεσία νεότητας ή κάποια παρόμοια υπηρεσία, πράγμα απίθανο μάλλον, λόγω της απαγόρευσης διάκρισης κατά θρήσκευμα (διότι παλιότερα, όταν την κάνανε αυτή την διάκριση, κάτι πήγε στραβά). Κατά συνέπεια, ή ο ίδιος ο αρθρογράφος μας έκανε έρευνες, ρωτώντας παιδάκια για το θρήσκευμα τους ή έκανε την επιλογή στη βάση του ονόματος τους. Να το ξαναθυμίσουμε: εδώ μιλάμε για αριστερούς γερμανούς την ώρα των επιστημονικών τους ερευνών.
«Ο ρατσισμός σαν κοινωνική σχέση, κλείνει τον δρόμο για την απελευθέρωση σε ΟΛΟΥΣ, κι ο αγώνας ενάντια του περιέχει ήδη στα σπλάχνα του όλες τις δυνατότητες επίθεσης ενάντια στις εξουσιαστικές σχέσεις»
Αν η ίδια η κοινωνία και ιδιαίτερα η γερμανική, αποτελεί μια ολότητα, έναν μονόλιθο, που ούτε διαχωρισμούς, ούτε καν μια ρωγμή εμφανίζει, τότε η έννοια «εξουσιαστικές σχέσεις» αποκτά μια εντελώς άλλη διάσταση και χαρακτήρα. Η διάσταση είναι αυτή μιας κοινωνίας οργανωμένης ως κολεκτίβας του εγκλήματος και ο χαρακτήρας της είναι δημοκρατικός. Δημοκρατικός γιατί η απόλυτη πλειοψηφία της (ή, όπως λέμε εμείς, το «ενόργανο υλικό» της), παίρνει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο μέρος στο έγκλημα αντλώντας τα οφέλη της από αυτό, παλιά και σήμερα.
Αν υποθέσουμε, έστω και για μια στιγμή ότι αυτή η εκτίμηση είναι σωστή, τότε δεν έχει καμιά θέση εδώ η λέξη «εξουσία». Διότι αυτή η λέξη είναι ιστορικά κατειλημμένη και εννοεί μια ελίτ, μια αριθμητική μειοψηφία που εξουσιάζει μια πλειοψηφία. Στην περίπτωση μας, όμως, δεν ίσχυει σε καμία περίπτωση κάτι τέτοιο, αλλά έχουμε να κάνουμε με μια δολοφονική πλειοψηφική κολεκτίβα.
Και προτού κάνει κανείς/καμιά σκέψεις περί διαφώτισης, αφύπνισης κλπ, πρέπει να πούμε το εξής: αυτό το κοινωνικό μόρφωμα ούτε άγνοια έχει, ούτε κοιμάται, αλλά είναι ξύπνιο και επαγρυπνεί σαν σκυλί, σαν ένα σκυλί-φύλακα. Οπότε, μόνον εντελώς διαφορετικοί από αυτούς εδώ συλλογισμοί και πρακτική πρέπει να μας απασχολήσουν. Με την σιγουριά ότι δεν θα περιμένουμε τίποτα θετικό. Μόνον απομόνωση, αιρετικότητα, βρισιές… επομένως απελευθέρωση. Νομίζουμε ότι ξέρουμε για ποιο πράγμα μιλάμε. 20 χρόνια CM – η μοναξιά είναι πέρα από αρκετή απόδειξη.
Συμπέρασμα: τίποτε από αυτά που κάνει η αριστερά δεν είναι λάθος. Ούτε παραπλανημένη είναι, ούτε ηλίθια, μόνον συνεπής. Με απόλυτα θανατηφόρα συνέπεια, μάλιστα, για το Άλλο. Και μένει μόνο ένα πράγμα, τότε, να τραβηξουμε τα ανάλογα συμπεράσματα και τις ανάλογες συνέπειες. Όλα τα άλλα έχουν τελειώσει προ πολλού.
Cafe Morgenland, 8 δεκεμβρη 2012